να ζεις ακριβώς

περπατώ και σε σκέφτομαι”

πιο ρομαντικά

είσαι

το πολιτικό μου υποκείμενο

Και τότε ο απλός άνθρωπος εξαφανίζεται

οργανώνοντας

στρατιές οργασμών

και καταστασιακών προκηρύξεων.

 

Στη Λυόν το κρασί

μυρίζει

ίδιος ο παππούς μου

και τα φυσικά δάκρυα

εξαντλούνται στις φωτιές

Αν έχεις

προχωράς παρακάτω

πέφτω σε δάκτυλο

όχι σε λούπα

 

Τα κύματα είναι θειάφι

ο πλούτος

το υπέδαφος να γουργουρίζει

και μια σχισμή

διεκδικεί το δικαίωμα

να αναγνωρίζεται

χωρίς χάνσαπλαστ

 

Μόνη μου τυφλώνομαι

με τις άλλες επιβραδύνω

ζω ακριβώς

την παρατήρηση

μιας υπόσχεσης

θα ‘ρθει

θα βρεθώ

η επιθυμία ολοκληρώνεται

αναιρείται στην αναμονή

επιστρέφω στα εργαλεία μου

ακονίζω υπομονές.

 

Ζω ακριβώς

λίγο πριν διαβάζω

τις στατιστικές

πενήντα έξι στους εκατό

φιλήσυχους ποιμένες

θεωρούν πως δεν τρέχει τίποτα

αν αρνείσαι το ολοκαύτωμα

 

Κι ακόμα μπορούν να έχουν

μια όμορφη μέρα

 

Κι άποψη

 

Και κάποιοι να μη τους καλούν

φασίστες

 

Και να κουρεύουν το δικό τους μαλλί

ανιχνεύοντας τον ορίζοντα

προς μια νέα αυτοκτονία.

κολοκυθόπιτα, γλυκιά μου

Περίσσευε ένα κομμάτι κολοκυθόπιτα γλυκιά. Έκλεισε την πόρτα της κουζίνας και την έβαλε στο φούρνο με τα μικροκύματα. Είχε αδυναμία στην κολοκυθόπιτα. Ήταν καλή στο να την κόβει,να την γλείφει,να την τρώει,να την απλώνει στον ουρανίσκο της και να την αναγνωρίζει ερωτικά. Την έβαλε για οχτώ λεπτά. Ήθελε να λιώσει,να καεί, να γίνει μαύρη, στεγνή,να σπάει δόντι. Οι άλλες την περίμεναν στο σαλόνι. Μύρισε καμμένο. Τρόμαξαν. Έλεγαν μήπως την έπιασε εκείνη η καταστροφή. Η Καίτη στα πέντε της που τότε τη λέγανε ακόμα Τούλα είχε βάλει μια Σίντι κούκλα στη γάστρα της μαμάς. Με το κοτόπουλο και τις πατάτες στο φούρνο , η Σίντι ταυτίστηκε με την πρωταρχική της ύλη. Μια μάζα πλαστικού με κίτρινες τρίχες ήταν ο λόγος που η Τούλα έφαγε τόσο ξύλο όσο μπορεί να χωρά μια παιδική ηλικία. Μπήκαν με αυτοπεποίθηση και διάθεση καταστολής. Όταν είδαν την Καίτη πεσμένη στα τέσσερα να τρίβει το πρόσωπο και το στήθος της πάνω στην καμμένη κολοκυθόπιτα έριξαν ένα μπουκάλι μεβγάλ στο στόμα της. Μέχρι και σήμερα πιστεύουν πως το γάλα ηρεμεί. Η Καίτη απέκτησε δυσανεξία στη λακτόζη και βρήκε καινούριες φίλες.

λύπη-θέαμα

κάθε φορά που λες “ λυπάμαι”

σκέφτομαι φωτογραφίες μνημοσύνων

μεσήλικες, περιποιημένες , κυρίως τεχνητές

με διαμαντάκι στο πέτο και χυμό ροδάκινο

για τα παιδιά και τους πρώην καταδικασμένους

που οργανώνουν πάρτυ και νυμφεύονται είδη μουσικής

και πράσινες παστίλιες

τότε, σπρώχνω μια γάτα από τον πρώτο

λαμπυρίζοντας το χώμα με τα νύχια της

να βρει στην ύλη ,ηφαίστειο

για την εξάντληση του είδους μας

κάθε φορά που λες “ λυπάμαι”

υπάρχουν περιττώματα στις επωνυμίες εταιριών

το φανελάκι του θεάματος σκουραίνει τις ίνες του

και ο Βάλτερ μού μαρτυρά πως πρέπει να σταθώ

με πρόσωπο αγάπη.