Σπίτι στον Ειρηνικό

για την Μαργκερίτ Ντυράς

Είμαστε τέσσερις και εμείς οι τέσσερις είμαστε οικογένεια. Ζούμε σε ένα σπίτι χωρίς τοίχους και πατώματα, γύρω μας υπάρχει μόνο η θάλασσα και τα καλυμμένα μάτια των ιστοριών που τρύπωσαν στα βάθη της και διαλύθηκαν κολυμπώντας. Για ονόματα έχουμε το Ζαν, Ζουλί , Ζυλιέτ , Ζοέλ, όταν κοιτάς μέσα από τα άδεια μας μέρη, στο στέρνο, στα κόκαλα βλέπεις τα ονόματά μας γραμμένα σε ταμπελάκια.

Κάποτε θελήσαμε να φύγουμε από την θάλασσα και να βγούμε στις αντανακλάσεις του μεγάλου αστεριού. Κολυμπήσαμε και τα νερά γίνονταν κρύα, τόσο κρύα που τα σώματα μας τρίβονταν και ο δεσμός έλιωνε την καρδιά μας. Σε λίγο δεν θα ήμασταν πια οικογένεια. Σταματήσαμε, ανταλλάξαμε φιλιά και γυρίσαμε στο δικό μας βάθος, πιο ρηχά.

Ο Ζαν γίνεται πιο μεγάλος και όμορφος και αυτό μας τρομάζει, γιατί κάποια μέρα θα φύγει και θα αφήσει τη Ζουλί και τη Ζυλιέτ ολομόναχες. Περιμένω μέρα με την μέρα να δω το ταμπελάκι του περασμένο στην χρυσή του αλυσίδα και το στόμα του να ζητά ψωμί και ψάρι για το ταξίδι. Ο Ζαν είναι στην άκρη του σπιτιού μας, από τότε που άλλαξε το σώμα του, κρύβει με τα χέρια το δέρμα και τους μυς και έχει τα γόνατα κοντά στο στήθος. Το όνομά του σπάνια φαίνεται.

Η Ζουλί και η Ζυλιέτ είναι αγκαλιασμένες και φτιάχνουν με το μυαλό την γεύση που έχει το μελάνι στο χαρτί ή ο καπνός στο στόμα μιας σκορπίνας. Γελάνε πολύ και οι τρύπες του ανοίγουν. Το νερό τις διαπερνά και ακόμα δεν έχει καταλάβει πως τα γράμματα των ονομάτων τους έχουν μουτζουρωθεί.

Εγώ ασχολούμαι με τον χώρο που προστατεύει την οικογένεια και τις αφηγήσεις που την ορίζουν. Πότε έζησε και πέθανε η μητέρα, πως ήταν τα μαλλιά που άπλωνε στα μαξιλάρια, είναι αλήθεια πως έμοιαζε νέα ακόμη και γριά και συνομιλούσε με την Αγία Καικιλία; Στα παραπάνω απαντώ με ένα απλό «ναι» και γέρνω το σώμα μου στον Ζαν, τη Ζουλί και την Ζυλιέτ. Ακούω τις ιστορίες τους να έρχονται από τα κάτω δωμάτια της άμμου. «Υπάρχει ακόμα χρόνος» σκέφτομαι και σφίγγω τα πόδια τους μέχρι να σπάσουν. Με κοιτούν, καθώς πέφτουν στα γόνατα. Δεν κλαίνε. Ο πόνος στο νερό είναι φαντασία, μια διαλυμένη ιστορία από τον κόσμο των ανθρώπων.

Budapest / Bratislava / Praha / Bacardi cola

Δύο θέσεις που έχουν τον μπλε κύκλο, θέσεις για άτομα χρήζοντα βοήθειας.
Ένα ζευγάρι γύρω στα εξήντα με ρούχα πιασμένα στο δέρμα τους, ένα δερμάτινο με λευκές ραφές για εκείνον, ροζ μπότες Dolly Parton για εκείνη.
– Θα πάμε στον Τρίλοφο / εγώ λέω / έλα να πάμε μωρέ / δεν ξέρω / δεν θες; / Στον Τρίλοφο;/ με ποιο λεωφορείο;/ Θα βγούμε εκεί θα πάμε για ποτό / εσύ να πιεις ποτό / εγώ δεν μπορώ / έλα μωρό ένα ποτάκι/ λεμονάδα / πώς το λέγανε εκείνο; / Με τίποτα / ένα γλυκό / Bacardi cola / το έπινες σε εκείνο το μπαράκι / μην με πιέζεις / σου άρεσε / που κατεβαίνουμε; / κούκλα μου πάμε λέω
Τα μαλλιά της είναι κόκκινα, μαλλιά της Βισουάβα Σιμπόρσκα. Είχε η Βισουάβα Σιμπόρσκα κόκκινα μαλλιά ή πάλι φαντάζεσαι; Λέω πως είχε, άρα είναι αλήθεια. Από το 1967 έως το 1973 η Βισουάβα Σιμπόρσκα είχε κόκκινα μαλλιά. Μικρή πίστευα πως κόκκινα μαλλιά έχουν μόνο οι γιαγιάδες που πολέμησαν στο ΕΑΜ , έχουν το μαλλί μνήμη και βάφονται στο κομμωτήριο της Φωτεινής που είναι κομμωτήριο και σαλόνι, εκεί που έβαφε η γιαγιά τα δικά της μαλλιά με ένα κραγιόν, καστανό σκούρο που χρυσίζει.
Το ζευγάρι σφίγγει τα χέρια του και ο ένας λέει μωρό μου και η άλλη λέει μην με πιέζεις και ο ένας φορά την μάσκα κάτω απ’ τη μύτη και η άλλη λέει πως δεν θέλει να πάει στον Τρίλοφο και εκείνος την κοιτά και σαλιώνει το πέτο του δερμάτινου και εκείνη λέει ότι από τότε που έκοψα το ποτό σε αγαπώ περισσότερο ή δεν το λέει αλλά θα ήθελε να το πει, να της βγει απ’ την σπηλιά πίσω απ’ την γλώσσα, αλλά όχι και αντ’ αυτού λέει εδώ κατεβαίνουμε πλατεία Αριστοτέλους και σηκώνονται μαζί και σπρώχνουν ένα πλήθος από εικοσάχρονα που βγαίνουν για καφέ, λύνουν ασκήσεις φυσικής, βλέπουν ταινίες, κάνουν τέχνη, χαμογελούν και έχουν αντοχές στο αλκοόλ, στις ουσίες και το σεξ και σίγουρα κανένα δεν πίνει Bacardi cola που είναι γλυκό και κάνει τον λαιμό σου να καίγεται και όταν ξερνάς σου μένει στα δόντια μια γεύση καμένης ζάχαρης και τομάτας.
Αυτοί κατεβαίνουν και λίγο σέρνονται, ο χρόνος δεν τους φέρθηκε καλά και η τάξη τους γάμησε το βάδισμα, την πλάτη, την ισορροπία.
Λέω πως πηγαίνουν στον Τρίλοφο και μένουν από 27 έως 29 Οκτωβρίου. Πίνει Bacardi cola και αυτός δύο δωδεκάδες μπύρες, τρώνε πατάτες και παίρνουν τηλέφωνο τα αδέρφια τους που ζούνε στην Κατερίνη. Μετά εκείνη πρέπει να γυρίσει στη δουλειά και εκείνος λέει εντάξει, καθώς κοιμάται.
Οι ροζ μπότες της είναι έξω από την πόρτα του διαμερίσματος. Έχουν νερό μέσα, μυρίζουν.
Κατεβαίνω στα τραίνα και έξω από τα τραίνα υπάρχουν λεωφορεία, γεγονός παράδοξο. Ο χώρος σε βεβαιώνει για την ικανότητα της μεταφοράς. Αν δεν θέλεις τραίνο πάρε λεωφορείο, αν το λεωφορείο σε πάει μακριά, πάρε αστικό και το Ωραιόκαστρο είναι ένας ξένος τόπος.
Bratislava Budapest Praha μία πινακίδα εμπειρίες. Η κυρία με τα κόκκινα μαλλιά μπορεί να πάρει το λεωφορείο μέχρι την Μπρατισλάβα να μην πάει στον Τρίλοφο, να πιει έναν καφέ στο καφέ Βλαντιμίρ και να κερδίσει το σώμα της με ένα foam roller απ’ τα tiger. Μετά να μείνει, να χαρεί το κρύο, να περπατήσει ίσια και να βρει ένα νέο κεφάλι για το σώμα της. Ένα κεφάλι ακουμπισμένο στην άκρη του δρόμου, έτοιμο για αυτές που το έχουν ανάγκη.
Αν φυσικά έχει λεφτά για τις αλλαγές και τα χιλιόμετρα.
Το χρήμα ανήκει στους χρήστες του.
Εκείνος μένει μόνος με το δερμάτινο στην κρεμάστρα. Φορά μία βρογχίτιδα στο κρεβάτι.
Εκείνη διαβάζει το ποίημα της Βισουάβα γάτα σε άδειο δωμάτιο. Πηδάει λέξεις, την πονούν τα μάτια.
Φορά το κεφάλι της και μένει εκεί.
Φτάνω νύχτα στο μέρος που είχα ξεκινήσει να πάω. Ας μείνουμε εδώ, προς το παρόν, λέω.

Γκρέις/ σε βλέπω

( Η ζακέτα της είχε έξι κουμπιά. Μετά έμειναν τέσσερα. Έδειχναν μια τουλίπα σε μαρασμό.)

Αυτή που συμπαθώ & για την οποία γράφω αυτή την ιστορία είναι η Γκρέις. Η Γκρέις δουλεύει 9 με 7 από Δευτέρα έως Σάββατο στα ΜακΝτόναλντς του Σκεγκνες. Την βλέπω κάθε μέρα τις τελευταίες πέντε εβδομάδες.Πριν πάει στη δουλειά, αφού δέσει τα κορδόνια της, προτού ανεστενάξει στα σκαλιά.

( Πίνει ανάμεικτο χυμό. Πίνει ό,τι απόμεινε στο φιλοδώρημα.)

Η Γκρέις έχει συχνά το πόστο της ταμία. Φορά τη στολή , γκρι πουκάμισο , γκρι παντελόνι, αθλητικό νάικ με αερόσολα. Το μεγάλο σώμα της στέκει απέναντι στον καθένα έτοιμο για κάθε πρόκληση. Κάθε παραγγελία και καημός. Πάνω της αντανακλώνται οι ελλείψεις σε φαγητό κι αγάπη και κατανόηση και θλίψη.

( Τι μάτι κι αυτό αρρωστημένο. Γαλάζιο χημικό. Παραλίγο να πνιγεί στο δάκρυ.)

Η Γκρέις έχεις αυτό το πρόσωπο που δεν περιγράφεται. Αυτό το χωρίς περιγράμματα οβάλ. Ο λαιμός της, δύο γροθιές σε διαστολή, ετοιμοπόλεμος. Κάποιος μπορεί να
σκεφτεί πως μοιάζει με απεικόνιση γυναίκας σε αναγεννησιακό πίνακα. Ραφαήλ ή Μποτιτσέλι (αυτά δίνω ως επιλογές.)

( Τρεις λεπτές φέτες. Πως λέμε δέρμα)

Στα ρεπό της κυκλοφορεί με παντόφλες και ριγέ ροζ κάλτσες έξω απ’ τις καντίνες και τα μπίνγκο. Χαμογελάει και κάπως έτσι έμαθα πως έχει κενό στα μπροστινά της δόντια. Ένα κενό για το οποίο θα έβαζα υποθήκη το υποθετικό μου σπίτι.

( Άνοιγμα. Η ευκαιρία να χωθείς μέσα στο σώμα. Μία καλή κρυψώνα θα βρεθεί για σένα στο συκώτι.)

Το σώμα της χωρίς τη στολή είναι πιο χαμηλό. Γέρνει προς τη γη. Είναι ένα σώμα που πονά. Η μέρα του ρεπό είναι η μέρα που επιτρέπεται να εκφράζεται συναισθηματικά.

( Απομένει αυτό που την κατήγγειλε στη μέρα.)

Δεν μιλάει ποτέ η Γκρέις. Το όνομα της το έμαθα τυχαία όταν χτες μια παρέα με δεκαεπταχρονα κορίτσια την φώναξαν έτσι. Γκρέις.

( Ένα όνομα έχει μόνο ήχο. Έπειτα γινόμαστε η ερμηνεία του.)

Έτρεξαν προς το μέρος της. Της πήραν τις παντόφλες, την έφτυσαν, της γέμισαν το πρόσωπο αμυχές. Άρχισαν να βρίζουν την Γκρέις πως τάχα είχε κάποιο γκόμενο παρατήσει ή αγαπήσει ή εξυπηρετήσει που ήταν φίλος ή γνωστός ή κάποιος που θα ήθελαν δικό τους.

( Οι διαζεύξεις είναι για τα αντικείμενα
Κι εμείς είμαστε τα πιο γυαλιστερά.)

Η Γκρέις άχνα δεν έβγαλε. Όταν την άφησαν έσκυψε να βρει τα σκουλαρίκια της. Δύο κρίκους ψεύτικους απ’ το πανηγύρι. Δώρο ήταν όμως, από αδερφή.

( Λερωμένοι στη στάση. Είχε πάλι ένα ζευγάρι αφτιά.)

Το επόμενο πρωί η Γκρέις πήγε στη δουλειά ντυμένη μία στολή από ξανθιές τρίχες.

( Υπήρξε επαφή με τις παλιές τις συναδέλφισσες.)

Η Γκρέις πόζαρε και πάλι μετά από 532 χρόνια και ως πληρωμή ζήτησε από όλες τις Αφροδίτες, τις Σωσάνες , τις Μαντόνες να την βοηθήσουν να εκδικηθεί. Όλες μαζί ξερίζωσαν τα μαλλιά των κοριτσιών.

( Λευκές και κόκκινες βούλες επικράτησαν στα κρανία)

Όπως μαθεύτηκε αργότερα τα κορίτσια έβγαζαν λεφτά ανεβάζοντας βίντεο με ξυλοδαρμούς άλλων γυναικών.

Η Γκρέις έβγαλε τη στολή των ξανθών μαλλιών, έβγαλε τη στολή γκρι πουκάμισο , γκρι παντελόνι κι άναψε μία φωτιά που καίει μέχρι εδώ. Θα την καλέσω να βγούμε για φαγητό στο δικό μου ρεπό.

( Μάσηση/ κατάποση. Ευχαριστώ. Θέλεις κι άλλο;)

βρισκόταν στον έκτο

Κάτοχος τρελής αγωνίας να περπατήσω μέχρι το σπίτι, με ένα κορίτσι που είναι τρυφερό γιατί γέρνει ο λαιμός του ή που γέρνει ο λαιμός του γιατί είναι τρυφερό κι ένα κορίτσι που απομακρύνεται για να ανακαλύψει την καλλιτεχνική φλέβα του νόμου. Το δεύτερο κορίτσι θα φύγει μακριά απ’ το σπίτι σε μέρος που η πόλη δεν διαθέτει χαρακτηριστικά που την κάνουν αναγνωρίσιμη. Το πρώτο κορίτσι θα μοιραστεί τη διαδρομή, ενώ φωτογραφίες αλλάζουν το τοπίο κι εμείς περπατάμε σημειωτόν για να καθυστερήσουμε το τέλος. Όλα συμβαίνουν σε μπάνιο πλήρως ανακαινισμένο. Οι μάστορες αποφάσισαν να βάλουν τα γυαλιστερά πλακάκια μόνο στο πάτωμα κι όχι στους τοίχους , οι οποίοι παρέμεναν σοβατισμένοι και λευκοί, ενώ η λεκάνη κι ο νιπτήρας βρίσκονται στα 89 βήματα εκτός του μεγάλου δωματίου σε μια τετράγωνη ντουλάπα. Αυτή η νέα τεχνική αποτελεί πρωτοπορία στην τέχνη του μπάνιου που ανανεώνει τις συζητήσεις πάνω στο ζήτημα των σωματικών αναγκών. Σε τι επηρεάζει η απομάκρυνση της λεκάνης την ούρηση και την αφόδευση; Πώς μπορεί η όσφρηση να αποκλειστεί από τον χώρο του μπάνιου; Θα υπάρχουν ακόμα ιδιωτικοί λυγμοί; Γύρω από αυτά τα ερωτήματα θα δημιουργηθούν φόρουμς όπου θα ξεκινήσουν οι πολιτικές τοποθετήσεις και η ανταλλαγή επιχειρημάτων. Θα ξεκινήσουν αφού φύγουμε από μέσα του, αφού φτάσουμε στο σπίτι. Έχει πάρτυ στο νέο μπάνιο. Οι μάστορες περιμένουν κρυμμένοι κάτω από τον dj σε αλουμινόχαρτο. Φορούν σαλοπέτες και μάσκες ύπνου. Διαβάζουν ο ένας στον άλλο την καταγωγή του μπάνιου. Όταν βαριούνται κάνουν σεξ, το ένα με το τρία , το τρία με το δύο και το ένα πάλι μόνο του. Οι υπόλοιπες περνάμε υπέροχα στο πάρτυ. Είμαστε φαραώ, δελφίνια, μάγισσες. Χορεύουμε πάνω κάτω, ώστε να κουραστούμε κάποτε και να παραχωρήσουμε στους μάστορες τη θέση μας. Αυτοί έχουν έργο να ολοκληρώσουν, μία ιδέα , ένα πλάνο για την επόμενη δεκαετία, μία επένδυση στο μέλλον. Το κορίτσι που είναι τρυφερό και γέρνει το κεφάλι του έχει δεκατρείς εμπνεύσεις το λεπτό και το κορίτσι που ανακαλύπτει την καλλιτεχνική φλέβα του νόμου βγάζει απ’ τα παπούτσια της έντεκα διαφορετικούς τρόπους υλοποίησής τους. Αν προσθέσεις τους συνειρμούς μου για το ζήτημα της αιμομιξίας στις αναγεννησιακές κοινωνίες και τη Θεοδώρα που αποτελεί ως φυσικό πρόσωπο καλλιτεχνική διεργασία έχουμε την δυνατότητα να ανταγωνιστούμε τους μάστορες για την επικράτηση στο μπάνιο. Αποφασίζουμε πως αυτό είναι καλύτερα να συμβεί μία άλλη φορά και υποσχόμαστε να επιστρέψουμε κολλώντας λίγο σάλιο στα μέτωπά μας. Ο ήλιος είναι πια ψηλά και στόχος αυτής της νύχτας που διαλύθηκε στην απόλαυση είναι να φτάσουμε στο σημείο όπου ξεκίνησε η καθεμιά. Οι γείτονες μας κοιτούν με περιέργεια. Δεν μπορούν να καταλάβουν τι συμβαίνει στα σώματά μας. Κασσάνδρου με Αγ. Σοφίας γωνία εμφανίζονται οι μάστορες στα γόνατα παρακαλώντας. Θέλουν να επιστρέψουμε στο μπάνιο για να στηρίξουμε τη θεωρία τους. Χωρίς εμάς είναι χαμένοι. Η πρωτοπορία στην τέχνη του μπάνιου θα καταστραφεί. Μας προτείνουν λεφτά κι άλλα λεφτά και μας ζητούν συγγνώμη. Λένε πως πρέπει απλώς να μείνουμε στο μπάνιο. Καμία άλλη υποχρέωση, καμία πια δουλειά και στα συμβόλαια το γράφουν πως θα χουμε πολλά λεφτά. Ποτέ τους δεν κατάλαβαν πως ήταν αδιάφορη αυτή τους η απελπισία. Το μπάνιο χάθηκε την στιγμή που κατεβήκαμε τη σκάλα. Η σκέψη πως θα μπορούσαν να μας αντικαταστήσουν ήταν εξ’ αρχής λανθασμένη. Τους κεράσαμε ένα παγωτό για να ξεχαστούνε λίγο και τους προτρέψαμε να πάνε σύντομα για ύπνο σαν κι εμάς. Έφυγαν συρρικνωμένοι, η λύπη τους έκανε 1,10. Μα τι μπορείς να κάνεις σε αυτές τις περιπτώσεις; Οφείλεις να ακολουθείς ένα πρωτόκολλο αισθηματικό, ένα γκανγκστερικό παιχνίδι.

γνώριμα ύδατα

το πρώτο νερό ήταν σπασμένο
μετά ήρθε ο πόνος , το ανάποδο κεφάλι
και η ανασύνθεση της φουσκωμένης μας κοιλιάς
η επιστροφή γινόταν σε λεκάνες με ζεστό νερό
και χαμομήλι
για τη βρωμιά
για τη δίψα υπήρχε υπερλούξ παγουρίνο πριγκίπισσας
ή μπάρμπι
το νηπιαγωγείο περνούσε το νερό στο δέρμα
εξατμιζόταν ο ιδρώτας, έτσι ανακαλύψαμε
και με τον ίδιο τρόπο το αρνηθήκαμε
κυρτώνοντάς το σώμα στα θρανία
και αποφεύγοντας τη μπάλα
Γιατί τη λογαριάζαμε για τη κακιά μας θεία
που έλεγε πως τα κορίτσια δεν παίζουνε ποδόσφαιρο
Μεγαλώνοντας βρήκαμε το πρώτο μας νερό
να είναι παγωμένο.
Γίναμε χειμερινές κολυμβήτριες και συναντηθήκαμε
στην ακτή
” Ισόρροποι πύργοι”
που είχε την ταμπέλα
” Προσοχή άμα δεν είστε για ισότιμες σχέσεις
οι πύργοι μεταμορφώνονται σε δαγκάνες που βγάζουν μάτια
και χαλούν το χαλκό της κεφαλής σας”
Συναντηθήκαμε, αγαπηθήκαμε και στήσαμε τις παράγκες μας
σ’ εκείνο τον τόπο.
Το νερό μας χάρισε το χρόνο και
την αόριστη διαύγεια
της επαναδημιουργίας.
τα πρώτα νερά
δε θέλουμε να είναι τα στερνά μας
μόνο η πρώτη ύλη
και η ώθηση που δίνει στο σώμα
να βρεθεί.