“Να σπάει η μέση σε χίλια κομμάτια
προσκυνώντας το κενό
που αφήνει η αγορά
σε σένα να το ξεπεράσεις.”
Το δικό σου δωμάτιο θα μείνει πάντα ένα.
Με θέα έναν ακάλυπτο ελευθέρας βοσκής
και μυρωδιά τους τηγανιτούς γαύρους
του γείτονα . Αυτόν με τα ζάναξ
και την ελεφαντίαση που χάρηκε το σώμα
μέσα από εικονογραφημένους ιατρικούς οδηγούς
και τις διαφημίσεις της Βικτώρια Σίκρετ
και καμιά φορά σκουπίζει τις μύξες του
σ’ ένα μαντήλι με μονόγραμμα.
“Η πύλη , η διάβαση, το νερό που δεν σε αφήνει να βουλιάξεις
για να διατηρούνται τα nike σας καθαρά.”
Η διαφήμισή του, η απουσία του στην αντίληψη του όλου.
Η απουσία σου από μέσα, ένα μοναδικό στιγμιότυπο
εξήντα τεσσάρων στιγμών.
Απ’ τις μασχάλες μου στάζει η μεσαιωνική ευτυχία της εργασίας
και ξεχνάω τη δύναμη που θέλει τη θάλασσα πλατιά
και τα κορίτσια αδύνατα.
Ξεχνάω τα γκντουπ, τα κρατς και τα αντικείμενα
που αχρηστεύονται στην υλικότητά τους.
Ξεχνάω τις καουμπόισσες που ζούνε σε γραφεία
και τα λάσα τους δεμένα απ’ το λαιμό στα μισθωτήρια.
Ξεχνάω τα άγρια τοπία με τις ξενοδοχειακές μονάδες
στην άκρη του Κυανοπώγωνα, αινίγματα που λύνονται
από νεαρούς ντεντέκτιβ.
Ξεχνάω την αέναη πληρωμή που εφηύραν τα χέρια
για να ανταλλάσσουν τα μικρόβια,
ο μόνος ύμνος κοινοκτημοσύνης τους ανήκει.
Το δικό σου δωμάτιο. Αυτό.
Το αναλλοίωτο μονωτικό στοιχείο της απόλαυσης.
Ο ροδαλός ιππέας και το γαϊδουράκι του
η άρνηση του ρομαντισμού σε τρία βήματα
Η εκκαθάριση της μνήμης , η επαναφορά
των αρχείων , η πόση σκληρού λογισμικού.
Επιλέγω ανάσκελα να κοιμηθώ
για να αποτυπωθώ στη μνήμη του δωματίου σου.
Οφείλουμε καμιά φορά να εμπιστευόμαστε το χώρο.