σήκωσε το τηλέφωνο ανεβαίνοντας τις σκάλες για τον τρίτο. Τις έπεσαν από τις σακούλες του σούπερ μάρκετ ένας στιγμιαίος καφές και μία εξάδα αβγά. Φώναξε από μέσα της, δεν ήθελε να ξυπνήσει την γιαγιά στον πρώτο με τον καρκίνο του εντέρου, πάτησε το κουμπί και είπε ευγενικά «Παρακαλώ». Η φωνή από την άλλη άκρη την κάλεσε σε πάρτυ, το Σάββατο. «Εντάξει. Θα έρθω.» είπε και καθάρισε με υγρό πανάκι τον κρόκο του αβγού από το τουίντ παντελόνι της. Συνέχισε τη δουλειά από το σπίτι και παρήγγειλε κινέζικο. Σκέφτηκε την πιθανότητα να υιοθετήσει μία ακόμα γάτα και κοιμήθηκε με τα μαλλιά της πιασμένα αλογοουρά. Ονειρεύτηκε ότι την κυνηγάνε, αλλά αυτή τρέχει αργά, δεν μπορεί να σηκώσει το βάρος της. Την πλησιάζουν και όταν την ακουμπάνε στον ώμο, ξυπνάει. Το Σάββατο ετοιμαζόταν από τις τέσσερις το μεσημέρι. Έκανε πρόβα την μισή της ντουλάπα και αφιέρωσε χρόνο σε βιντεάκια με τίτλο “cat eye for dummies”. Βάφτηκε, έγινε χάλια, ξεπλύθηκε με ζεστό νερό και ξαναβάφτηκε. Κάλεσε ταξί. Ήξερε από πριν ότι θα πιει πολύ και θα χορέψει. Η πόρτα ήταν ανοιχτή και έτσι, ανέβηκε κατευθείαν στον πέμπτο έσπρωξε την πόρτα και βρέθηκε σε μία τεράστια αίθουσα. Τα φώτα ήταν κίτρινα, ζεστά και έπεφταν πάνω της. Στο σπίτι δεν ήταν κανείς. «Μπορεί να ήρθα νωρίς» σκέφτηκε και πήγε στα παράθυρα να δει πότε θα φτάσουν οι καλεσμένοι. Από μέσα της σκηνοθετούσε τους διαλόγους με τους ανθρώπους που θα γνώριζε « Έχετε πάει στην Ισλανδία; Ναι, ζω σε ένα μικρό διαμέρισμα, η ερμηνεία σας στον ρόλο του Λίαμ ήταν ανατριχιαστική, σας ακούω, μοιάζει ενδιαφέρουσα η παρατήρησή σας.» Γελούσε με τα αστεία που θα της έλεγαν και προχωρούσε τις ιστορίες μέχρι τις βαθιές εξομολογήσεις, τους έρωτες, τα παιδιά, τους θανάτους. Άνοιξε το μπουκάλι του κρασιού που είχε μαζί της και άρχισε να πίνει. Από το κινητό της έβαλε μουσική. Προχώρησε στο κέντρο της αίθουσας και χόρεψε. Χόρευε προς όλες τις κατευθύνσεις πέφτοντας στους τοίχους και τα πατώματα. Το φόρεμά της είχε γεμίσει λεκέδες από κρασί, τα μάτια της είχαν γκριζωπούς κύκλους eyeliner, το νύχι του μικρού της δαχτύλου ήταν σπασμένο. Κοίταξε για τελευταία φορά. Κανείς δεν ερχόταν. Με μεγάλη δυσκολία σήκωσε το σώμα της ψηλά και το άφησε να πέσει με το βάρος του στη γη. Η μουσική σταμάτησε και ακούστηκε ηχητικό μήνυμα «Σε προσκαλώ στο πάρτυ που θα κάνω το Σάββατο 30 Ιανουαρίου στην οδό Εύας Πάλμερ 46 στον πέμπτο όροφο .» Το μήνυμα είχε την δικιά της φωνή. Ήταν το ίδιο μήνυμα που άκουσε στις σκάλες, το μήνυμα που την προσκάλεσε σε αυτό το φανταστικό πάρτυ. Όταν τη Δευτέρα την βρήκανε νεκρή δεν πέρασε από τον νου κανενός πως δεν πρόκειται για αυτοκτονία, αλλά για ένα ασυνήθιστο ατύχημα. Μία αλλεργική αντίδραση στο eyeliner σε συνδυασμό με το αλκοόλ που της έφραξε την αναπνοή, καθώς ονειρευόταν για πρώτη φορά πως τρέχει πιο γρήγορα από τους διώκτες της.