Υφίστανται στους όρους του χρόνου. Έχει αρχή και τέλος.
Το μέσον είναι μια μακρά περίοδος δεκατεσσάρων ωρών.
Αναγνωρίζεται. Ένα κιτρινωπό πανί μόνιμα στο
πάγκο της κουζίνας. Εκτελείται από τα χρέη του.
Σ’ αυτό το σύστημα διασπά τα δαιμόνια σύμβολα
του καιρού τ’ αλλοτινού. Αντί κατσαρόλας , η χύτρα ταχύτητος.
Η μάνα μου αγαπάει τη δουλειά της. Τις δουλειές της.
Να ανοίγει σχολικά εγχειρίδια και να φυσάει την αλφάβητο
στα μουτράκια μου.
Στην κοιλιά της πέθαινε ένα ροδάκινο. Άνοιγε το
σώμα του εμπρός μου κι άχνιζε κάθε φορά που
έφερνα μαχαίρι .
Αναπλάθει τη χαρά. Τις χαμένες στιγμές του ήλιου
που παγιδεύονται στο υγρό για τα τζάμια μαζί
με τα δάκρυα της Ιοκάστης.
Ισορροπεί τον κόσμο. Το στραβό άξονα της γης
που μυρίσει κάρβουνο και λαδάκι Οσίου Λουκά.
Πρέπει να είσαι σίγουρη στα μεταφυσικά.
Πληρώνεται. Σα να είσαι σκλάβος από το Πακιστάν
το Αφγανιστάν κι όλα τα ιστάν που δε γνωρίζεις,
Αρκείσαι να κόβεις φράουλες για να σκάσουν
τα παιδιά, τα αφεντικά, τα γυρισμένα σου μυαλά.
Έχεις χρόνο. Προσωπικά ανύπαρκτο.
Σαν ένα μελαψό χέρι διαφυγής από
την υδρόβια διάσταση. Ο κουβάς με το
νερό να πιτσιλάει τέταρτα.