Περίσσευε ένα κομμάτι κολοκυθόπιτα γλυκιά. Έκλεισε την πόρτα της κουζίνας και την έβαλε στο φούρνο με τα μικροκύματα. Είχε αδυναμία στην κολοκυθόπιτα. Ήταν καλή στο να την κόβει,να την γλείφει,να την τρώει,να την απλώνει στον ουρανίσκο της και να την αναγνωρίζει ερωτικά. Την έβαλε για οχτώ λεπτά. Ήθελε να λιώσει,να καεί, να γίνει μαύρη, στεγνή,να σπάει δόντι. Οι άλλες την περίμεναν στο σαλόνι. Μύρισε καμμένο. Τρόμαξαν. Έλεγαν μήπως την έπιασε εκείνη η καταστροφή. Η Καίτη στα πέντε της που τότε τη λέγανε ακόμα Τούλα είχε βάλει μια Σίντι κούκλα στη γάστρα της μαμάς. Με το κοτόπουλο και τις πατάτες στο φούρνο , η Σίντι ταυτίστηκε με την πρωταρχική της ύλη. Μια μάζα πλαστικού με κίτρινες τρίχες ήταν ο λόγος που η Τούλα έφαγε τόσο ξύλο όσο μπορεί να χωρά μια παιδική ηλικία. Μπήκαν με αυτοπεποίθηση και διάθεση καταστολής. Όταν είδαν την Καίτη πεσμένη στα τέσσερα να τρίβει το πρόσωπο και το στήθος της πάνω στην καμμένη κολοκυθόπιτα έριξαν ένα μπουκάλι μεβγάλ στο στόμα της. Μέχρι και σήμερα πιστεύουν πως το γάλα ηρεμεί. Η Καίτη απέκτησε δυσανεξία στη λακτόζη και βρήκε καινούριες φίλες.
καθώς φαντασιώθηκε τη διαδρομή
και είπε “ας ζήσω την πρωινή μου φαντασίωση σαν ίωση, δημόσια”. με τα λαμπερά ματάκια και το κολάν αθλητικής περιβολής όρθια στη θέση πόρτα μεσαία του οασθ να ξερογλύφεται και να χαιδεύει το κορμί της. όλο πίσω να κοιτά να συμμαζέψει τις καύλες της πάνω στα πέντε καλά παιδιά. ε ρε τι παιδιά ήταν αυτά !με τα πουκαμισάκια τους κολαριστά βουτηγμένα στη νεότητα από 16 έως 23 ετών. κάτι ίσως να κουνήθηκε εντός της ,κάτι καυτερό ,του κυρίου καβάφη το φουσκωτό μυαλό. και να βγάζει τη γλωσσίτσα της κοπίδι.να τα κόψει ήθελε, να τα φάει ένα ένα και τα πέντε τα καλά παιδιά που όμως ήτανε σεμνά και τσιγκανόπουλα και δεν μπορούσαν τόσο απλά να παραδοθούν στην ξανθιά την κοπελιά. όταν έβγαλε το λαστιχάκι απ´ τα μαλλιά η χαίτη της απλώθηκε. έγινε πόδι χταποδιού, πλοκάμι και τύλιξε τον τσιγγάνο με το απαστράπτον πουκάμισο. από κει κι ύστερα ο δημόσιος χώρος καταλήφθηκε από ιδιωτική λαγνεία και δεν μπόρεσα να δω το τέλος αυτής της σεξουαλικής ιστορίας. μου είπαν ωστόσο ,πως χάθηκε ένα παιδί με το όνομα νεκτάριος και η μάνα του το ψάχνει στο κέντρο και τα περίχωρα της πόλης.η ξανθούλα σίγουρα θα τον πήγε μακριά να του διαβάσει μαρκήσιο ντε σαντ και να του μάθει ιστιοπλοΐα.
δ1
μια μετριότητα ένα σφυροκόπημα στο κεφάλι και μπουμ οι ηλεκτρονικές συνδέσεις του κοινωνικού μου φλοιού μια ιλαροτραγωδία σε τέσσερις πράξεις τα παλιά καλά δράματα του ρομαντισμού οι νέες ευκαιρίες εργασίας η ανεργία του κάστορα τα κομμένα ξύλα στην μηχανή αναπαραγωγής η τεκνοποίηση είναι το λάθος αποτέλεσμα η πράξη που δεν ολοκληρώθηκε ως σεξουαλική τα αδύναμα νεύρα ο Τόμας και οι εμμονές του η εμμονή μου με τα πρόσωπα που αγαπώ να γίνουν ρόλοι να είναι πιο εύπλαστοι από κόμικς θέλω να βλέπω τα χέρια τους τις κλειδώσεις από μέσα να μπαίνω μέσα τους να έχω κάμερα στα ζωτικά τους όργανα να βιώσω το σώμα τους να εκβάλω το δικό μου να το ξεράσω να το ξεχάσω να βρω καινούρια μέτρα για την κάσα η αμφισβήτηση των πάντων είναι εγγενής χαρακτηριστικό των καλλιτεχνών λένε μόνο που εγώ είμαι καλλιτέχνιδα με θηλυκή κατάληξη και προβλήματα επικοινωνίας
άραγε η τεχνική του Κιούμπιν να θέλει αναθεώρηση κλείστε τα κυκλώματα που μας παρακολουθούν αδράξτε τις γραμμές μιας ισότητας μιας συγκεκριμένης ισορροπίας που να βασίζεται στο γεγονός της ύπαρξης η άχρηστη φαντασίωση δεν υπάρχει η πραγματικότητα το κατασκεύασμα τριών λευκών ανδρών γύρω από μια στρογγυλή τράπεζα η αφθονία η εξουσία που υπόσχεται εμπειρία ο Μόμπυ και ο Ντικ δύο διαφορετικά μεταξύ τους πλάσματα βρείτε ποια από αυτές είναι η συγγραφέας η γέννηση η ιδιότητα να πολλαπλασιάζεις τους κατοπτρισμούς ο καταμερισμός της εργασίας δίνει στον χυμένο καφέ πιο εύπεπτο χρώμα και σκεφτείτε πως πουληθήκαμε νωρίς και φτηνά και τα ρούχα που φοράμε κοστίζουν λιγότερο από μια βόλτα με το λεωφορείο στις απομακρυσμένες περιοχές της πόλης η φτώχεια ο διάολος και το ραπανάκι ένα στόμιο που φυσά κρύο αέρα για τους στραβούς καπιταλιστές τους περιθωριακά ζωντανούς τα εκατομμύρια που κρύβονται στο χώμα από τους πολέμους φυτρώνουν κάου μπόις και μίλκο και ζελεδάκια και μπάγερν φαρμακευτικές εταιρίες φασιστικές τα μεγάλα αντικείμενα με φοβίζουν στο σκοτάδι έρχονται να με καταλάβουν με περνούν για διαστημόπλοιο και γω είμαι μόνο ένα υποβρύχιο ένα υποβρύχιο παλιάς τεχνολογίας που κάνει παρέα με χρυσόψαρα και καρχαρίες κατ’ αποκλειστικότητα ο κύκλος είναι το σχήμα που μας πονά η πάλη η αρχή η μέση και το τέλος της ιστορίας της Λάφριμαν η Λάφριμαν με τα δεκαοκτώ της κουμπιά και την φλυαρία της το ποιμενικό της πνεύμα την περίεργη έλξη της για τη φυσική και τα κορίτσια το κοχύλι που έπαιζε για να ξεχνιέται τα βίντεο γκέιμς που δεν τερμάτισε σα τον αγαπημένο η Λάφριμαν και ο αγαπημένος κλειδωμένοι στον σκληρό δίσκο ξέρω πως στις συνελεύσεις μας δεν έχω το πορτοκαλί ποτήρι με το ένθετο καλαμάκι της παιδικής μου ηλικίας βρίσκεται ακόμα στο χωριό σε ένα ξένο σπίτι από πάντα θεοκρατικό πόσο ποθώ να διώξω το κράτος απ’ το σώμα μου να ανατινάξω τον άνθρωπο που ποτίζει το είδος μου να υπάρξω σε άλλα γαλαξιακά στρώματα να ορίσω την νόηση σε μια χειρονομία ο ηθοποιός για μένα η ηθοποιός η φυσική παρουσία εκτός βιολογίας
η βιολογική μου αφορμή να έχω γλώσσα και χέρια για να μπορώ να γράφω να μην συγχωρώ τίποτα από όσα συμβαίνουν η σιωπή αποπροσανατολίζει βορειοδυτικός άνεμος ο χειρότερος
τέχνη και εξουσία κατασκευαστική ανωμαλία ιδέα από τα πάνω με μέσα επιβολής στους προς τα κάτω ένα κείμενο που δεν τελειώνει ποτέ αρχίζει όμως με μια φράση όπως “ το φαγητό ήταν καλομαγειρεμένο και η θερμοκρασία ήταν σε υψηλά για την εποχή επίπεδα” ο τρομακτικός ήχος της απομόνωσης το δωμάτιο μου βρίσκεται σε μια ομιχλώδης όχθη στη λίμνη Τρέβιγκαν νότια του ευρωπαικού πολιτισμού πιο νότια απ’ όσο υποθέτεις τα ψάρια της κολυμπούν εκτός άξονα μια μετριότητα άμορφο ερέθισμα το λάχανο μια μετριότητα της πολεμικής ηθικής η άρνηση της συμμετοχής η Βο στα κάγκελα τέλος δακρύων ώρα για πικρά νερά και αρνήσεις
japanese style
Ήταν στο Α2 των ιαπωνικών και θα συνέχιζε ,όπως μου εξήγησε, για να μάθει τα ονόματα των ζώων και τις περιγραφές των χωρών από ταξιδιωτικούς οδηγούς. Κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες μπλε πορτοκαλάδας και αγαπούσε αφοσιωμένα την αντίδραση σε κάθετι που έλεγαν ή έκαναν οι άνθρωποι γύρω της. “Να συναντηθούμε για καφέ στις 5;”
Έλεγε ο Δ. “Να πας να γαμηθείς αρχίδι” του απαντούσε.
Την γνώρισα κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στο δάσος της Φρεδολάνης. Παίζαμε τα πτώματα σε μια ταινία θρίλερ πράγμα ειρωνικό αν σκεφτεί καμιά πως πλέον ο κόσμος του θεάματος είναι ένα συνεχές και επαναλαμβανόμενο θρίλερ. Ωστόσο, χρειαζόμασταν τα χρήματα περισσότερο από την κριτική μας. Το σάββατο έπαιζε ένα πάρτυ στη γλασκώβη και τα τρία απλήρωτα νοίκια μού κάθονταν στο σβέρκο σαν ταινίες ηλεκτρισμού για σύσφιξη του λίπους μετά την εγκυμοσύνη και τα τιραμισού. Σκέτη κατάθλιψη δηλαδή, και χωρίς κανένα ερέθισμα να κάψω το σπίτι και να εξαφανιστώ.
Έτσι , το γεγονός πως μου συμπεριφερόταν σα να μην υπάρχω , βρίζοντάς με και μιλώντας μου μόνο για μάρκες αναψυκτικών , ζώα και την ιαπωνία,μου έδινε μια ισχυρή αίσθηση ασφάλειας και απόστασης.
Τον επόμενο μήνα βρέθηκα μισοφαγωμένη μέσα στην τουαλέτα ενός κλαμπ. Είχα δύο χαρακιές από σουγιαδάκι στα μάτια μου που έφταναν χαμόγελα έως τις ρίζες των μαλλιών μου. Το μπλουζάκι μου έγραφε ” Japan, i will love you forever”.
Έκτοτε, οι φυλακές του Εδιμβούργου διδάσκουν ιαπωνικά μετά τον συγκινητικό αγώνα μιας νεαρής τροφίμου που σκότωσε τη φίλη της , γιατί είπε πως δεν της αρέσει το ” lost in translation”.
σε μερικά λεπτάκια είπε και άφησε τον δίσκο με τα ποτήρια να γλιστρήσει απ’ τον ώμο της. να κυλήσει το γυαλί στον σκληρό δικέφαλο , τον ιδρωμένο από τα πάνω κάτω και τις συναλλαγές του σώματος κυρίως. ” θυσιάζομαι για να περνάς εσύ καλά. δεν έχω σώμα. δεν έχω καύλα.” την κοίταξαν. οι κόρες της είχαν γίνει κίτρινες. για ένα του χρόνου λεπτό την φοβήθηκαν. όλοι. την φοβήθηκε και το αφεντικό. έριξε το βραστό νερό στο ψυγείο με τις μπύρες. σκέφτηκε ένα διαστημόπλοιο σε σχήμα πλυντήριο με δέρμα σαύρας.της άρεσε , έσκασε ένα μπουκέτο στον πρώτο μαλάκα που έκανε παράπονα για την αναμονή. τραγούδησε όλους τους εθνικούς ύμνους με προστυχόλογα , έφτυσε τα φλιτζάνια του καφέ. στην αποθήκη έβαλε φωτιά στις πλαστικές καρέκλες.” αυτές απ´ τα lidl είναι καλύτερες” φώναξε στον ξέρξη, τον πέρση δίπλα της. αυτόν της ταινίας με τα σκουλαρήκια. τα πόδια του έγλυφε η λάσσυ
“έι πέτρα! πήγαινε στο 4 καταλόγους!”
και τότε γυρνώντας το κεφάλι κατάλαβε πως όντως ήταν εδώ και όχι στην φαντασία της. μία νίκη ήταν πως της είχε τελειώσει η colgate και θα μύριζε η ανάσα της ;ψόφια ποντίκια και λαχανόρυζο. η αναπνοή το μόνο όπλο. η ιδέα των σάπιων οργάνων. η ανάσα. η δειγματοληπτική εργασία.